Κάθε φορά μου ανοιγόμουν,
τα κύματα χτυπούσαν κάτω απ΄τους αγκώνες.
Με τον τρόπο της η θάλασσα
μου έτρωγε τους λαγόνες.
Έμπαινα στον βυθό,
να πάρω ανάσα στο κρυφό.
Η θύμηση είναι λησμονιά
κ η σκέψη κρότος.
Στεκόμουν μες στο πέλαγος
να δω εκείνα που δεν βλέπονται
που χάνονται και φθείρονται,
βουλιάζουν και συνθλίβονται
στην άμμο μέσα βαθιά
βαλτώνουν και συντρίβονται.
Η θάλασσα είναι ο μόνος τόπος
που θα σε χρησιμοποιήσει
για το ίδιο, το δικό σου, το τραγικό το τέλος.