Κυριακή 29 Νοεμβρίου 2015

Μια καταστροφή.

Με βλέπει πιωμένη
σχεδόν κάθε βράδυ .
Βλέπει να αυτοκαταστρέφομαι 
και σκίζεται μέσα της,
γιατί βλέπει εκείνη στο παρελθόν. 

"Ξέρεις πόσες φορές 
είδα τα μάτια σου 
στα μάτια μου,
τις νύχτες που γυρνούσα 
λιωμένη απ'το ποτό,
στον καθρέπτη ; "

Τρίτη 24 Νοεμβρίου 2015

Το σφίξιμο των χεριών μου.

Πως γίνεται η ομορφιά και η ασχήμια 
να συνδυάζονται μαζί ;

Από το δωμάτιο,
ακουγόταν εκείνη η εκκωφαντική μελωδία της δυστυχίας
και από το δίπλα διαμέρισμα τα αυτοκτονικά δελτία των 8.
Ίσως όμως,
αυτή η άνεση,
των - ας το πούμε - δημοσιογράφων,
να αραδιάζουν τα ψέματα τους,
να ήταν σωτήρια για την ώρα που βίωνα. 

Έσφιξα τις παλάμες μου,
γερά,
ώστε να φουσκώσουν οι φλέβες μου.
Τις έσφιξα,
πάνω από τον γαλάζιο νιπτήρα,
για να μην τον σπάσω 
γιατί εκεί είχα αφήσει τον τελευταίο καιρό 
τις σκέψεις μου ανέγγιχτες και αβοήθητες. 

Δεν ήξερα τίποτα,
ούτε τι θα ερχόταν.
Πήρα τα τσιγάρα μου και πήγα βόλτα τον σκύλο μου 
λέγοντάς μου
"Ποιος ξέρει,
ίσως σε εκείνο το σκοτεινό παγκάκι τελειώσουν όλα." 

Τρίτη 17 Νοεμβρίου 2015

Σαν από σκισίματα τυχαίων παρελθόντων .

Σκίζομαι μέσα μου
και είμαι σάρκα αθεράπευτη 
σαν κι αυτή που με γέννησε.

Σκίζομαι μέσα μου
και χύνονται όλα στην μαυρίλα,
σαν κι αυτή που με κράτησε.

Σκίζομαι
και είμαι ουλή με ράμματα ανοιχτά στην επιφάνειά της
που θα ξεπέσω σε μια σχισμή 
και θα πάρει χρόνια να επουλωθεί.

Σάββατο 7 Νοεμβρίου 2015

Όλα μου τα πάθη κατέληγαν σε ένα σιφόνι.

Κάθισα οκλαδόν,
στην γαλάζια μπανιέρα
ρίχνοντας το νερό στο στήθος μου,
καυτό,να με ζεστάνει .
Τα μάτια μου
βάραιναν από τους ατμούς. 

Συνειδητοποίησα όμως,
πως η πλάτη μου είχε παγώσει
-ίσως καιρό τώρα- 
ψιθύρισα από μέσα μου.
Την έβρεξα,
να ξεπλυθεί κι απ΄κει η παγωνιά της προδοσίας. 

Γύρισα μπροστά το νερό 
και μούλιασα το δεξί μου χέρι,
ενώ το αριστερό 
-που ήταν κατά κάποιο τρόπο η προέκταση ενός εσωτερικού ρυθμικού οργάνου-
μπήκε κάτω από το κρύο,που έτρεχε λιγοστό 
κάτω από την χαλασμένη βρύση. 

Η πλάτη ξαναπάγωσε. 
"Κάψε την" είπα εγώ 
και γύρισα το νερό εκεί.
Τσουρουφλίστηκε,
όπως ένα δέντρο στις φλόγες.
Μα η η παγωνιά δεν έφυγε.

Ήταν όμως και η τελευταία προσπάθεια.

Έκλεισα τις βρύσες,
σκουπίστηκα,
έκλεισα το φως
και προσπάθησα να το αφήσω πίσω μου.

Όχι όμως.
"Πάλι θα κοιμηθώ 
λίγες ώρες ή και καθόλου"
είπα. 

Έτσι ζούσα,
με την αμφιβολία μην τυχόν και ξεμείνω 
από ζεστό νερό 
και δεν έχω ένα σιφόνι να κρύψω 
τα ανέλπιδα θέλω μου
και τα ανεκπλήρωτα πάθη 
της χαραμισμένης μου ζωής.

Πέμπτη 5 Νοεμβρίου 2015

Η απελπισία.

Γυρνάω σε κάθε μπαράκι της Αθήνας
χωρίς καμιά ουσία,
μόνο τα λεφτά μου να χαλάω,
ελπίζοντας μόνο 
να έρθεις να με βρεις.
Να με νιώσεις,
έστω για μια φορά την ώρα που γράφω για σένα,
να μου πάρεις το γαμημένο το χαρτί 
απ'το χέρι 
και να μου πεις
"Σταμάτα το ,τελείωσε πια."

Και περιμένω
και δεν έρχεσαι ποτέ.
Ούτε θα έρθεις.
Το ξέρω καλά.

Γι'αυτό,
άσε με να γράψω
για άλλα πιο μεγάλα.
Μην συνεχίσεις,
γιατί δεν θα ξαναβγώ ποτέ  για μπύρα μόνη.
Και ξέρεις,
ότι μισώ να μην πίνω.
Μισώ να μην πίνω την απελπισία μου.
Μην με κάνεις, 
να αρχίσω το τζιν.
Δώσε μου λίγο χρόνο ζωής ακόμα..